Μέθοδοι Νευροαποκατάστασης
Ιστορία της Μεθόδου
Η Margaret Rood στις αρχές της δεκαετίας του ’50 εξέφρασε τις απόψεις της για την ερμηνεία της κίνησης και για το πώς τα αισθητηριακά συστήματα, με την πληροφόρηση που στέλνουν στο ΚΝΣ, παρεμβαίνουν σε αυτή. Η Rood ήταν φυσιοθεραπεύτρια και εφάρμοσε τη μέθοδο της θεραπευτικής προσέγγισης σε διάφορες κατηγορίες ασθενών.
Η βασική καινοτομία που η Rood εισήγαγε στις μεθόδους νευροαποκατάστασης ήταν ότι τα δύο μέρη του νευρικού συστήματος – Αυτόνομο και ΚΝΣ – είναι εξίσου υπεύθυνα στην παραγωγή και ρύθμιση της κινητικής δραστηριότητας.
Η βασική καινοτομία που η Rood εισήγαγε στις μεθόδους νευροαποκατάστασης ήταν ότι τα δύο μέρη του νευρικού συστήματος – Αυτόνομο και ΚΝΣ – είναι εξίσου υπεύθυνα στην παραγωγή και ρύθμιση της κινητικής δραστηριότητας.
Αρχές της μεθόδου.
- Η επίτευξη μίας επιθυμητής απάντησης θεωρείται ότι σχετίζεται με την επίδραση των κατάλληλων αισθητηριακών παραγόντων. Αναφορικά με τη φυσιολογική κίνηση υπάρχουν ερεθίσματα που η παρουσία τους ευοδώνει τα απαντήσεις που επιτρέπουν την επανατροφοδότηση κατά τη διάρκεια της απάντησης.
- Τα ερεθίσματα χρησιμοποιούνται σύμφωνα με τη δυναμική τους ικανότητα να ενεργοποιούν και να διευκολύνουν τις επιθυμητές απαντήσεις και να αναχαιτίζουν αυτές που δεν πρέπει να κυριαρχήσουν. Τα ερεθίσματα εφαρμόζονται για να προσελκύσουν επανατροφοδότηση από τις σωστές απαντήσεις.
- Η επιδέξια συνδυασμένη κίνηση είναι αποτέλεσμα της ταυτόχρονης δραστηριοποίησης κινητικών και σταθεροποιών δράσεων. Όσο αναπτύσσεται η σχέση μεταξύ των δύο αυτών δράσεων μεγαλώνει και η επιδεξιότητα που χαρακτηρίζει την απάντηση καθώς και ο αποτελεσματικός έλεγχος στην κατεύθυνση και ταχύτητα της κινητικής δράσης.
- Υπάρχει παράλληλη δράση ανάμεσα στις αυτόνομες σωματικές και φυσικές λειτουργίες. Στην θεραπεία λαμβάνεται υπόψιν η επίδραση που μπορεί να έχει ένα θεραπευτικό ερέθισμα πάνω σε αυτές τις λειτουργίες. Το ερέθισμα μπορεί να χρησιμοποιηθεί για την άμεση επίδραση που ασκεί σε κάποιο σύστημα ή για την έμμεση επίδραση του ενός συστήματος στο άλλο.
- Η λειτουργία ενός μυός θα πρέπει να χαρακτηρίζεται σε σχέση με τα πρότυπα κίνησης και στάσης που αυτός συμμετέχει. Έτσι ο μυς αυτός θα επανεκπαιδευτεί ανάλογα με τις ενδείξεις της λειτουργίας του.
- Η θεραπεία δεν έχει τη μορφή απομονωτικής κινητικής δράσης αλλά είναι η εφαρμογή του ερεθίσματος με σκοπό την πρόκληση μίας απάντησης. Η απάντηση ακολουθείται από αισθητηριακή πληροφόρηση, προϊόν της σωστής απάντησης και από επιπρόσθετα ερεθίσματα που δίνονται για να διευκολύνουν ή να αναστείλουν στοιχεία του προτύπου. Η χρησιμοποίηση άρα του ερεθίσματος είναι μία ολοκληρωμένη ενότητα της θεραπείας, αφού η αισθητηριακή πληροφόρηση είναι μεγάλης σημασίας για την επίτευξη και διατήρηση φυσιολογικών κινητικών δράσεων.
- Κατά τη διάρκεια της ανάπτυξης της κινητικής δεξιότητας υπάρχουν συγκεκριμένα ερεθίσματα που πρέπει να παρίστανται ώστε να εδραιωθούν τα επιμέρους κινητικά πρότυπα.
Αναπτυξιακά πρότυπα κίνησης και στάσης
Η Rood χωρίζει τη θεραπευτική προσέγγιση σε έναν νευρολογικό ασθενή σε δύο ενότητες. Στην πρώτη ενότητα ο θεραπευτής θα ασχοληθεί με τις ζωτικές λειτουργίες του ασθενή. Στην δεύτερη ενότητα ο θεραπευτής θα προσεγγίσει τον ασθενή με στόχους τη βελτίωση των κινητικών του λειτουργιών. Έτσι η Rood προτείνει δύο λειτουργικές ακολουθίες με τα επιμέρους πρότυπά τους: Την ζωτική λειτουργική ακολουθία και τη σκελετική λειτουργική ακολουθία.
Η Rood οδηγείται σε αυτή την υπόθεση – πρόταση με το σκεπτικό ότι τόσο κατά την ανάπτυξη όσο και κατά την ώριμη ηλικία τα συνδυασμένα αποτελέσματα και των δύο ακολουθιών επιδρούν ισχυρά στον καθορισμό του βασικού τόνου.
Οι διαφορές ανάμεσα στις δύο ακολουθίες ανάγονται στον χαρακτηρισμό μερικών τμημάτων της ζωτικής λειτουργίας ακολουθίας σαν εκούσιες σωματικές λειτουργίες και άλλων σαν ακούσιων αυτόνομων λειτουργιών, ενώ όλα τα τμήματα της σκελετικής λειτουργικής ακολουθίας χαρακτηρίζονται εκούσιες σωματικές λειτουργίες.
Η ζωτική λειτουργική ακολουθία περιλαμβάνει: i) αναπνοή, ii) εκπνοή – κλάμα, πτέρνισμα, βήχας, iii) θηλασμός και κατάποση υγρών, iv) φώνηση, v) μάσηση και κατάποση στερεών, vi) άρθρωση λόγου.
Η Rood οδηγείται σε αυτή την υπόθεση – πρόταση με το σκεπτικό ότι τόσο κατά την ανάπτυξη όσο και κατά την ώριμη ηλικία τα συνδυασμένα αποτελέσματα και των δύο ακολουθιών επιδρούν ισχυρά στον καθορισμό του βασικού τόνου.
Οι διαφορές ανάμεσα στις δύο ακολουθίες ανάγονται στον χαρακτηρισμό μερικών τμημάτων της ζωτικής λειτουργίας ακολουθίας σαν εκούσιες σωματικές λειτουργίες και άλλων σαν ακούσιων αυτόνομων λειτουργιών, ενώ όλα τα τμήματα της σκελετικής λειτουργικής ακολουθίας χαρακτηρίζονται εκούσιες σωματικές λειτουργίες.
Η ζωτική λειτουργική ακολουθία περιλαμβάνει: i) αναπνοή, ii) εκπνοή – κλάμα, πτέρνισμα, βήχας, iii) θηλασμός και κατάποση υγρών, iv) φώνηση, v) μάσηση και κατάποση στερεών, vi) άρθρωση λόγου.
Η σκελετική λειτουργική ακολουθία περιλαμβάνει: i) ύπτια καμπτική απόσυρση, ii) ρολάρισμα, iii) ολική έκταση σε πρηνή θέση, iv) συσύσπαση αυχένα από πρηνή θέση, v) πρηνή στήριξη στους αγκώνες, vi) τετραποδική θέση, vii) ορθοστάτηση, viii) βάδιση.
Υπάρχουν δύο πρωταρχικές κινητικές λειτουργίες που αναπτύσσονται στην σκελετική λειτουργική ακολουθία και αυτές είναι η κινητικότητα και η σταθερότητα.
Η Rood αναφέρεται στους μύες λέγοντας ότι λειτουργούν μαζί με τους ανταγωνιστές τους σε ένα βραχυμένο ή επιμηκυμένο εύρος. Αυτή η δραστηριοποίηση θα συνδεθεί με τις κινητικές λειτουργίες.
Η Rood επίσης αναφέρεται στην ανάγκη των μυών να λειτουργήσουν σε ένα πρότυπο ομαδικής συσύσπασης. Αυτή η δραστηριοποίηση θα σχετιστεί με τη λειτουργία της σταθερότητας. Από το συνδυασμό της κινητικότητας και σταθερότητας εξελίσσονται δύο λειτουργίες αναγκαίες για να φτάσουμε στην συνεργική κίνηση.
Η πρώτη συνδυασμένη λειτουργία είναι η κινητικότητα βασισμένη στη σταθερότητα – mobility syperimprosed on stability – σε πρότυπο μεταφοράς βάρους με το κεντρικό τμήμα να κινείται έχοντας ως βάση το σταθερό περιφερικό τμήμα. Ο όρος που αποδίδει η Rood στη δραστηριοποίηση αυτή είναι «κινητικό πρότυπο βαριάς εργασίας βασισμένο στη συσύσπαση» – heavy work movement pattern syperimprosed on cocontraction.
Το δεύτερο και πιο εξελιγμένο σε συνδυασμένες λειτουργίες πρότυπο είναι η κινητικότητα βασισμένη στη σταθερότητα, σε ένα πρότυπο μη μεταφοράς βάρους, με το ελεύθερο περιφερικό τμήμα να κινείται, ενώ το κεντρικό τμήμα σταθεροποιείται δυναμικά. Ο όρος που αποδίδεται σε αυτή τη δραστηριοποίηση είναι «δεξιότητα» – skill.
Η λειτουργική σκελετική ακολουθία σύμφωνα με τη Rood θα χρησιμοποιηθεί σαν η ακολουθία που αναπτύσσονται τα 4 επίπεδα κινητικού ελέγχου. Τα στάδια αυτής της ακολουθίας αναφέρονται και σαν οντογεννητικά κινητικά πρότυπα.
Η Rood αναφέρεται στους μύες λέγοντας ότι λειτουργούν μαζί με τους ανταγωνιστές τους σε ένα βραχυμένο ή επιμηκυμένο εύρος. Αυτή η δραστηριοποίηση θα συνδεθεί με τις κινητικές λειτουργίες.
Η Rood επίσης αναφέρεται στην ανάγκη των μυών να λειτουργήσουν σε ένα πρότυπο ομαδικής συσύσπασης. Αυτή η δραστηριοποίηση θα σχετιστεί με τη λειτουργία της σταθερότητας. Από το συνδυασμό της κινητικότητας και σταθερότητας εξελίσσονται δύο λειτουργίες αναγκαίες για να φτάσουμε στην συνεργική κίνηση.
Η πρώτη συνδυασμένη λειτουργία είναι η κινητικότητα βασισμένη στη σταθερότητα – mobility syperimprosed on stability – σε πρότυπο μεταφοράς βάρους με το κεντρικό τμήμα να κινείται έχοντας ως βάση το σταθερό περιφερικό τμήμα. Ο όρος που αποδίδει η Rood στη δραστηριοποίηση αυτή είναι «κινητικό πρότυπο βαριάς εργασίας βασισμένο στη συσύσπαση» – heavy work movement pattern syperimprosed on cocontraction.
Το δεύτερο και πιο εξελιγμένο σε συνδυασμένες λειτουργίες πρότυπο είναι η κινητικότητα βασισμένη στη σταθερότητα, σε ένα πρότυπο μη μεταφοράς βάρους, με το ελεύθερο περιφερικό τμήμα να κινείται, ενώ το κεντρικό τμήμα σταθεροποιείται δυναμικά. Ο όρος που αποδίδεται σε αυτή τη δραστηριοποίηση είναι «δεξιότητα» – skill.
Η λειτουργική σκελετική ακολουθία σύμφωνα με τη Rood θα χρησιμοποιηθεί σαν η ακολουθία που αναπτύσσονται τα 4 επίπεδα κινητικού ελέγχου. Τα στάδια αυτής της ακολουθίας αναφέρονται και σαν οντογεννητικά κινητικά πρότυπα.
Ύπτια καμπτική απόσυρση / Ρολάρισμα / Ολική έκταση σε πρηνή θέση
Συσύσπαση αυχένα από πρηνή θέση / Πρηνής στήριξη στους αγκώνες
Τετραποδική θέση Ορθοστάτηση – Βάδιση
Η σκελετική ακολουθία της Rood.
Η σκελετική ακολουθία της Rood.
1ο Επίπεδο – Κινητικότητα (Mobility).
Ο όρος κινητικότητα περιλαμβάνει τις ενότητες του εύρους και της ταχύτητας και είναι η λειτουργία που ορίζει ένα μέλος του σώματος στο χώρο. Μία κίνηση είναι ελεύθερη και ευέλικτη μόνο αν μπορεί να συμβεί σε πλήρη, φυσιολογική τροχιά και έχει χρονισμό που χαρακτηρίζεται «ζωντανός».
Ο όρος κινητικότητα περιλαμβάνει τις ενότητες του εύρους και της ταχύτητας και είναι η λειτουργία που ορίζει ένα μέλος του σώματος στο χώρο. Μία κίνηση είναι ελεύθερη και ευέλικτη μόνο αν μπορεί να συμβεί σε πλήρη, φυσιολογική τροχιά και έχει χρονισμό που χαρακτηρίζεται «ζωντανός».
Η λειτουργική κινητικότητα αναπτύσσεται κατά τη διάρκεια των τριών πρώτων επιπέδων της λειτουργικής σκελετικής ακολουθίας της Rood. Αυτά τα στάδια είναι I) ύπτια απόσυρση, ΙΙ) ρολάρισμα, ΙΙΙ) ολική έκταση σε πρηνή.
Λειτουργίες υποδοχέων που σχετίζονται με τα πρότυπα κινητικότητας.
Τα πρότυπα της κινητικότητας, ειδικά η κάμψη, υπηρετούν το βιολογικό σκοπό της προστασίας. Υπάρχουν αρκετές, επαρκώς ευαισθητοποιημένες, όσον αφορά την προστασία, περιοχές υποδοχέων στο σώμα, οι οποίες θα διευκολύνουν τις προστατευτικές απαντήσεις.
Τα πρόσωπο, οι παλάμες των χεριών και οι πατούσες των ποδιών απαντούν πρώτες σε απτικά ερεθίσματα με αντιδράσεις απαγωγής. Αυτές οι περιοχές έχουν υψηλή συγκέντρωση συγκεκριμένων δερματικών υποδοχέων και όντας σε περιφερικά τμήματα του σώματος θα είναι οι πρώτες που θα έρθουν σε επαφή με το περιβάλλον.
Τα αισθητηριακά ερεθίσματα συγκεντρώνονται στο φλοιό στη σωματοαισθητική περιοχή Ι. Αυτή η περιοχή λαμβάνει κυρίως ώσεις από το πρόσωπο, χείλη, χέρια και άκρους πόδες. Το πόσό της αντιπροσώπευσης ενός μέρους του σώματος είναι καθοριστικό στην διευκόλυνση των απτικών ερεθισμάτων. Θεωρείται ότι οι δερματικοί υποδοχείς με χαμηλή ουδό ενεργοποίησης, αυτοί με ίνες "Α" μεγέθους είναι στενά συνδεδεμένοι με τη λειτουργία των επιπολής φασικών μυών. Αυτοί οι μύες αρχικά προάγουν την προστατευτική κινητικότητα και αργότερα στην εξελικτική πορεία τις λεπτές κινητικές δεξιότητες.
Παίρνοντας υπόψιν αυτές τις ιδιοδεκτικές λειτουργίες η Rood πιστεύει ότι οι καμπτήρες και πολυαρθρικοί μύες που εδώ ονομάζονται «κινητοποιοί», απαντούν διαφορετικά σε συγκεκριμένους τύπους ερεθισμάτων και μπορεί να περιέχουν διαφορετικές συγκεντρώσεις ιδιοϋποδοχέων από τους «σταθεροποιούς».
Τα πρόσωπο, οι παλάμες των χεριών και οι πατούσες των ποδιών απαντούν πρώτες σε απτικά ερεθίσματα με αντιδράσεις απαγωγής. Αυτές οι περιοχές έχουν υψηλή συγκέντρωση συγκεκριμένων δερματικών υποδοχέων και όντας σε περιφερικά τμήματα του σώματος θα είναι οι πρώτες που θα έρθουν σε επαφή με το περιβάλλον.
Τα αισθητηριακά ερεθίσματα συγκεντρώνονται στο φλοιό στη σωματοαισθητική περιοχή Ι. Αυτή η περιοχή λαμβάνει κυρίως ώσεις από το πρόσωπο, χείλη, χέρια και άκρους πόδες. Το πόσό της αντιπροσώπευσης ενός μέρους του σώματος είναι καθοριστικό στην διευκόλυνση των απτικών ερεθισμάτων. Θεωρείται ότι οι δερματικοί υποδοχείς με χαμηλή ουδό ενεργοποίησης, αυτοί με ίνες "Α" μεγέθους είναι στενά συνδεδεμένοι με τη λειτουργία των επιπολής φασικών μυών. Αυτοί οι μύες αρχικά προάγουν την προστατευτική κινητικότητα και αργότερα στην εξελικτική πορεία τις λεπτές κινητικές δεξιότητες.
Παίρνοντας υπόψιν αυτές τις ιδιοδεκτικές λειτουργίες η Rood πιστεύει ότι οι καμπτήρες και πολυαρθρικοί μύες που εδώ ονομάζονται «κινητοποιοί», απαντούν διαφορετικά σε συγκεκριμένους τύπους ερεθισμάτων και μπορεί να περιέχουν διαφορετικές συγκεντρώσεις ιδιοϋποδοχέων από τους «σταθεροποιούς».
2ο Επίπεδο – Σταθερότητα (Stability)
Η σταθερότητα αρχικά θα θεωρηθεί σαν η κινητική λειτουργία που συνδέει, σταθεροποιώντας τα μέλη του σώματος, ώστε να είναι εφικτή η μεταφορά βάρους. Αργότερα στα επίπεδα ΙΙΙ και IV η σημασία της σταθερότητας θα επεκταθεί για να περιλάβει το δυναμικό κράτημα κατά τη διάρκεια της κίνησης. Αυτό θα παίξει τελικά ένα ρυθμιστικό ρόλο στην κινητική δεξιότητα. Το ΙΙ επίπεδο από μόνο του δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την ανάπτυξη της σταθερότητας.
Τελικά τα επίπεδα ΙΙ και ΙΙΙ συνδυάζονται για να δώσουν μία ρεαλιστική εικόνα των λειτουργιών για σταθερότητα.
Η σταθερότητα αρχικά θα θεωρηθεί σαν η κινητική λειτουργία που συνδέει, σταθεροποιώντας τα μέλη του σώματος, ώστε να είναι εφικτή η μεταφορά βάρους. Αργότερα στα επίπεδα ΙΙΙ και IV η σημασία της σταθερότητας θα επεκταθεί για να περιλάβει το δυναμικό κράτημα κατά τη διάρκεια της κίνησης. Αυτό θα παίξει τελικά ένα ρυθμιστικό ρόλο στην κινητική δεξιότητα. Το ΙΙ επίπεδο από μόνο του δεν μπορεί να θεωρηθεί ότι περιλαμβάνει όλα τα αναγκαία στοιχεία για την ανάπτυξη της σταθερότητας.
Τελικά τα επίπεδα ΙΙ και ΙΙΙ συνδυάζονται για να δώσουν μία ρεαλιστική εικόνα των λειτουργιών για σταθερότητα.
Τα στάδια της λειτουργικής σκελετικής ακολουθίας της Rood που εξυπηρετούν την επίτευξη των στόχων του επιπέδου είναι: Ι) ολική έκταση σε πρηνή, ΙΙ) συσύσπαση του αυχένα, ΙΙΙ) πρηνής στήριξη στους αγκώνες, IV) τετραποδική θέση, V) ορθοστάτηση.
Λειτουργίες υποδοχέων που σχετίζονται με τα πρότυπα της σταθερότητας.
Ο σκοπός των προτύπων σταθερότητας είναι να διαμορφώσουν ένα σταθερό υπόβαθρο νευρομυϊκής δραστηριότητας που θα λειτουργήσεις στα πρότυπα της κινητικότητας. Αρχικά η σταθερότητα μπορεί να αναπτυχθεί μόνο εάν η επαφή με το περιβάλλον κατορθώσει να εδραιωθεί.
Μια εδραιωμένη απάντηση βασίζεται σε συνεχή αισθητηριακή πληροφόρηση. Δεν μπορεί να υπάρξει εξερεύνηση, μάθηση ή κυριαρχία χωρίς σταθερότητα. Έτσι η επίδραση των απτικών και θερμικών ερεθισμάτων στους υποδοχείς των περιφερικών τμημάτων του σώματος πρέπει να τροποποιηθεί σε τέτοια κατεύθυνση ώστε να επιτρέψει συνεχή επαφή.
Η υπόθεση – πρόταση που χρησιμοποιείται για να αποδείξει ότι ο δερματικός ερεθισμός διευκολύνει τις λειτουργίες της σταθερότητας είναι η εξής:
Οι γενικοί δερματικοί υποδοχείς έχουν ίνες μεγέθους «C». Οι ώσεις της εκπόλωσης αυτών των προσαγωγών νευρώνων μεταφέρονται μέσω του νωτιαιοθαλαμικού συστήματος. Ο δικτυωτός σχηματισμός επηρεάζεται από παράλληλες ώσεις των νωτιαιοθαλαμικών οδών. Οι δικτυονωτιαίες επιδράσεις παράγουν συγκεκριμένες αλλαγές στην εκπόλωση των γ απαγωγών νευρώνων των μυϊκών ατράκτων. Έτσι επιφέρουν αλλαγές στην ευαισθησία των μυϊκών ατράκτων στην επιμήκυνση και άρα μία μεταβολή στην επανατροφοδότηση των μυϊκών ατράκτων προς το ΚΝΣ. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι δερματικοί υποδοχείς έχουν εμφανή επίδραση στη λειτουργία της κίνησης και της στάσης.
Οι ώσεις που προσάγονται από τις πρωτεύουσες και δευτερεύουσες απολήξεις της μυϊκής ατράκτου έχουν ένα «καθησυχαστικό» αποτέλεσμα στην υπερβολική εκτατική ευόδωση και βοηθούν σημαντικά στην διευκόλυνση των καμπτήρων. Έτσι επιτρέπουν την εμφάνιση συσύσπασης που είναι καθοριστική για την σταθερότητα.
Μεγάλης σημασίας για την ανάπτυξη της σταθερότητας είναι η επιμήκυνση, που η μεταφορά του βάρους θέτει στους ίδιους τονικούς μύες των χεριών και των ποδιών. Η επιμήκυνση αυτή διευκολύνει τη συσύσπαση ολόκληρου του άκρου. Όταν οι λειτουργίες της μεταφοράς βάρους γίνονται ετερόπλευρες η μεγαλύτερη δυνατή αρθρική προσέγγιση έχει ευοδωτικό αποτέλεσμα στους εν λόγω σταθεροποιούς μύες. Θεωρείται ότι οι υποδοχείς που ευοδώνουν τις δράσεις της σταθεροποίησης έχουν υψηλότερη ουδό ενεργοποίησης από αυτούς που ευοδώνουν κινητικές λειτουργίες.
Μια εδραιωμένη απάντηση βασίζεται σε συνεχή αισθητηριακή πληροφόρηση. Δεν μπορεί να υπάρξει εξερεύνηση, μάθηση ή κυριαρχία χωρίς σταθερότητα. Έτσι η επίδραση των απτικών και θερμικών ερεθισμάτων στους υποδοχείς των περιφερικών τμημάτων του σώματος πρέπει να τροποποιηθεί σε τέτοια κατεύθυνση ώστε να επιτρέψει συνεχή επαφή.
Η υπόθεση – πρόταση που χρησιμοποιείται για να αποδείξει ότι ο δερματικός ερεθισμός διευκολύνει τις λειτουργίες της σταθερότητας είναι η εξής:
Οι γενικοί δερματικοί υποδοχείς έχουν ίνες μεγέθους «C». Οι ώσεις της εκπόλωσης αυτών των προσαγωγών νευρώνων μεταφέρονται μέσω του νωτιαιοθαλαμικού συστήματος. Ο δικτυωτός σχηματισμός επηρεάζεται από παράλληλες ώσεις των νωτιαιοθαλαμικών οδών. Οι δικτυονωτιαίες επιδράσεις παράγουν συγκεκριμένες αλλαγές στην εκπόλωση των γ απαγωγών νευρώνων των μυϊκών ατράκτων. Έτσι επιφέρουν αλλαγές στην ευαισθησία των μυϊκών ατράκτων στην επιμήκυνση και άρα μία μεταβολή στην επανατροφοδότηση των μυϊκών ατράκτων προς το ΚΝΣ. Βλέπουμε λοιπόν ότι οι δερματικοί υποδοχείς έχουν εμφανή επίδραση στη λειτουργία της κίνησης και της στάσης.
Οι ώσεις που προσάγονται από τις πρωτεύουσες και δευτερεύουσες απολήξεις της μυϊκής ατράκτου έχουν ένα «καθησυχαστικό» αποτέλεσμα στην υπερβολική εκτατική ευόδωση και βοηθούν σημαντικά στην διευκόλυνση των καμπτήρων. Έτσι επιτρέπουν την εμφάνιση συσύσπασης που είναι καθοριστική για την σταθερότητα.
Μεγάλης σημασίας για την ανάπτυξη της σταθερότητας είναι η επιμήκυνση, που η μεταφορά του βάρους θέτει στους ίδιους τονικούς μύες των χεριών και των ποδιών. Η επιμήκυνση αυτή διευκολύνει τη συσύσπαση ολόκληρου του άκρου. Όταν οι λειτουργίες της μεταφοράς βάρους γίνονται ετερόπλευρες η μεγαλύτερη δυνατή αρθρική προσέγγιση έχει ευοδωτικό αποτέλεσμα στους εν λόγω σταθεροποιούς μύες. Θεωρείται ότι οι υποδοχείς που ευοδώνουν τις δράσεις της σταθεροποίησης έχουν υψηλότερη ουδό ενεργοποίησης από αυτούς που ευοδώνουν κινητικές λειτουργίες.
3ο Επίπεδο – Κινητικότητα βασισμένη στη σταθερότητα – Μεταφορά βάρους (Mobility superimposed on stability).
Για να λειτουργήσει το άτομο σε θέσεις μεταφοράς βάρους θα πρέπει να έχει και άλλες αντιδράσεις εκτός από το να διατηρεί τη θέση του. Πρέπει να είναι ικανό να μεταφέρει το σώμα του στο χώρο και να κινείται σε όλα τα επίπεδα έχοντας το κεφάλι του προσανατολισμένο. Στις περισσότερες περιπτώσεις θα κινηθεί σε δύο επίπεδα ταυτόχρονα και το προϊόν θα είναι η στροφή.
Το τρίτο επίπεδο στην ανάπτυξη της συνεργικής κίνησης χαρακτηρίζεται από αύξηση των κεντρικών στροφικών λειτουργιών, αύξηση στη σταθερότητα και ανάπτυξη προτύπων «βαριάς εργασίας». Αυτό το επίπεδο θα σχετιστεί με πρότυπα μεταφοράς βάρους, με δραστηριοποίηση των άκρων, που θα παρουσιαστεί όταν τα περιφερικά τμήματα σταθεροποιηθούν στην επιφάνεια στήριξης και με κινήσεις κορμού και αυχένα σε οριζόντια θέση.
Για να λειτουργήσει το άτομο σε θέσεις μεταφοράς βάρους θα πρέπει να έχει και άλλες αντιδράσεις εκτός από το να διατηρεί τη θέση του. Πρέπει να είναι ικανό να μεταφέρει το σώμα του στο χώρο και να κινείται σε όλα τα επίπεδα έχοντας το κεφάλι του προσανατολισμένο. Στις περισσότερες περιπτώσεις θα κινηθεί σε δύο επίπεδα ταυτόχρονα και το προϊόν θα είναι η στροφή.
Το τρίτο επίπεδο στην ανάπτυξη της συνεργικής κίνησης χαρακτηρίζεται από αύξηση των κεντρικών στροφικών λειτουργιών, αύξηση στη σταθερότητα και ανάπτυξη προτύπων «βαριάς εργασίας». Αυτό το επίπεδο θα σχετιστεί με πρότυπα μεταφοράς βάρους, με δραστηριοποίηση των άκρων, που θα παρουσιαστεί όταν τα περιφερικά τμήματα σταθεροποιηθούν στην επιφάνεια στήριξης και με κινήσεις κορμού και αυχένα σε οριζόντια θέση.
Τα στάδια της λειτουργικής σκελετικής ακολουθίας που ενσωματώνονται σε αυτό το επίπεδο είναι: i) συσύσπαση του αυχένα, ii) πρηνής στήριξη στους αγκώνες, iii) τετραποδική θέση, iv) ορθοστάτηση.
Λειτουργίες υποδοχέων που σχετίζονται με την κινητικότητα βασισμένη στη σταθερότητα
Οι πιο σπουδαίες πληροφορίες στους αισθητηριακούς μηχανισμούς που προέρχονται από το ΙΙΙ επίπεδο είναι αυτές που οφείλονται στην υψηλή οδό ενεργοποίησης της μυϊκής ατράκτου και των αρθρικών υποδοχέων. Η επανατροφοδότηση από αυτούς τους υποδοχείς είναι σπουδαία πηγή διευκόλυνσης των προτύπων συσύσπασης.
Οι δραστηριότητες του ρολλαρίσματος και της αναπήδησης επιμηκύνουν τους σταθεροποιούς στο κινητικό τους εύρος. Το φυσιολογικό παιδί διαμορφώνει μια περισσότερο εκτατική θέση όταν αναπηδά. Η ετερόπλευρη μεταφορά βάρους προσφέρει υψηλή αντίσταση στους σταθεροποιούς και αυξημένη αρθρική προσέγγιση. Έχει βρεθεί ότι οι μηχανισμοί που ρυθμίζουν τη λεπτή κίνηση ενεργοποιούνται από την επανατροφοδότηση των υποδοχέων με ψηλή ουδό ενεργοποίησης. Η ρύθμιση της κατεύθυνσης και ταχύτητας είναι αναγκαία για την επιδέξια κίνηση. Όπως το παιδί μετακινείται έχοντας ως βάση στήριξης τα άκρα του εμφανίζεται μεγαλύτερη και διαρκέστερη επαφή των περιφερικών μελών με την επιφάνεια στήριξης. Η συνεχής πίεση ευοδώνει την ενεργοποίηση των συγκεκριμένων υποδοχέων.
Οι δραστηριότητες του ρολλαρίσματος και της αναπήδησης επιμηκύνουν τους σταθεροποιούς στο κινητικό τους εύρος. Το φυσιολογικό παιδί διαμορφώνει μια περισσότερο εκτατική θέση όταν αναπηδά. Η ετερόπλευρη μεταφορά βάρους προσφέρει υψηλή αντίσταση στους σταθεροποιούς και αυξημένη αρθρική προσέγγιση. Έχει βρεθεί ότι οι μηχανισμοί που ρυθμίζουν τη λεπτή κίνηση ενεργοποιούνται από την επανατροφοδότηση των υποδοχέων με ψηλή ουδό ενεργοποίησης. Η ρύθμιση της κατεύθυνσης και ταχύτητας είναι αναγκαία για την επιδέξια κίνηση. Όπως το παιδί μετακινείται έχοντας ως βάση στήριξης τα άκρα του εμφανίζεται μεγαλύτερη και διαρκέστερη επαφή των περιφερικών μελών με την επιφάνεια στήριξης. Η συνεχής πίεση ευοδώνει την ενεργοποίηση των συγκεκριμένων υποδοχέων.
4ο Επίπεδο Δεξιότητα (Skill)
Ο όρος όπως χρησιμοποιείται από τη Rood αναφέρεται σε συνεργική κίνηση παρά σε υψηλά επίπεδα κινητικού ελέγχου.
Στην εκτέλεση των προτύπων σε αυτό το επίπεδο το περιφερικό τμήμα του άκρου είναι ελεύθερο από την επιφάνεια που στηρίζεται και οι κινήσεις βασίζονται στη σταθερότητα. Μόνο όταν τα άκρα έχουν αναπτύξει τον στηρικτικό τους ρόλο είναι έτοιμα να χρησιμοποιηθούν για δεξιότητες.
Τα «κινητοποιούμενα» στοιχεία της δεξιότητας έχουν περάσει μία διαδικασία προσαρμογής έτσι ώστε να εκπροσωπούνται από ακριβείς κινήσεις των περιφερικών μερών του σώματος ή του ακραίου τμήματος της κεφαλής. Αντί να παίρνουν τη μορφή αδρών συνολικών προτύπων τα στοιχεία των πρώιμων προτύπων κινητοποίησης μπορούν να επιλεγούν και να ρυθμιστούν προκειμένου αργότερα να ενσωματωθούν σε μία απαντήσει με ακριβή χρονισμό και κατεύθυνση.
Ο όρος όπως χρησιμοποιείται από τη Rood αναφέρεται σε συνεργική κίνηση παρά σε υψηλά επίπεδα κινητικού ελέγχου.
Στην εκτέλεση των προτύπων σε αυτό το επίπεδο το περιφερικό τμήμα του άκρου είναι ελεύθερο από την επιφάνεια που στηρίζεται και οι κινήσεις βασίζονται στη σταθερότητα. Μόνο όταν τα άκρα έχουν αναπτύξει τον στηρικτικό τους ρόλο είναι έτοιμα να χρησιμοποιηθούν για δεξιότητες.
Τα «κινητοποιούμενα» στοιχεία της δεξιότητας έχουν περάσει μία διαδικασία προσαρμογής έτσι ώστε να εκπροσωπούνται από ακριβείς κινήσεις των περιφερικών μερών του σώματος ή του ακραίου τμήματος της κεφαλής. Αντί να παίρνουν τη μορφή αδρών συνολικών προτύπων τα στοιχεία των πρώιμων προτύπων κινητοποίησης μπορούν να επιλεγούν και να ρυθμιστούν προκειμένου αργότερα να ενσωματωθούν σε μία απαντήσει με ακριβή χρονισμό και κατεύθυνση.
Εδώ η Rood χρησιμοποιεί: i) στήριξη στους αγκώνες, ii) τετραποδική, iii) ορθοστάτηση και περπάτημα.
Λειτουργίες των υποδοχέων που σχετίζονται με την δεξιότητα.
Τα πρότυπα της δεξιότητας απαιτούν ακριβείς αισθητηριακές λειτουργίες. Οι εξειδικευμένοι δερματικοί υποδοχείς των περιφερικών μερών του σώματος θεωρείται ότι σχετίζονται πρωτίστως με τις προστατευτικές αντιδράσεις. Ο βασικός ρόλος των εξειδικευμένων υποδοχέων τροποποιήθηκε για να γίνει πιο ακριβής.
Οι ελεύθερες απολήξεις εμφανίζονται να συνεισφέρουν στην τροποποίηση των ρόλων των εξειδικευμένων υποδοχέων.
«Τα αισθητηριακά όργανα με τονικές εκπολώσεις επιδρούν στο δικτυωτό σχηματισμό και αυτός απαντά με αναχαίτιση των συγκεκριμένων αισθητηριακών εισόδων» (Granit – Magoun).
Μερικές δεξιότητες μπορούν να ενσωματωθούν στην ώριμη κινητική συμπεριφορά χωρίς ερέθισμα από το περιβάλλον. Αυτό είναι εφικτό μόνο μέσω μίας συνδυασμένης δράσης ενδογενούς και εξωγενούς πληροφόρησης. Η ολότητα της αισθητικοκινητικής λειτουργίας θεμελιώνει ότι όπως η κίνηση καταλήγει με διαδοχικά βήματα στη δεξιότητα, έτσι και η αισθητηριακή λειτουργία προχωρά με αθροιστικό τρόπο.
Οι ελεύθερες απολήξεις εμφανίζονται να συνεισφέρουν στην τροποποίηση των ρόλων των εξειδικευμένων υποδοχέων.
«Τα αισθητηριακά όργανα με τονικές εκπολώσεις επιδρούν στο δικτυωτό σχηματισμό και αυτός απαντά με αναχαίτιση των συγκεκριμένων αισθητηριακών εισόδων» (Granit – Magoun).
Μερικές δεξιότητες μπορούν να ενσωματωθούν στην ώριμη κινητική συμπεριφορά χωρίς ερέθισμα από το περιβάλλον. Αυτό είναι εφικτό μόνο μέσω μίας συνδυασμένης δράσης ενδογενούς και εξωγενούς πληροφόρησης. Η ολότητα της αισθητικοκινητικής λειτουργίας θεμελιώνει ότι όπως η κίνηση καταλήγει με διαδοχικά βήματα στη δεξιότητα, έτσι και η αισθητηριακή λειτουργία προχωρά με αθροιστικό τρόπο.
Διαδικασίες για την επίτευξη συνεργικής κίνησης
Η αναπτυξιολογική συνέχεια, τα πρότυπα που είναι οι σταθμοί στην ακολουθία και οι επιμέρους ενότητες των προϊόντων αυτών είναι το υλικό της θεραπευτικής προσέγγισης του Rood.
Αν μία προσδοκώμενη απάντηση δεν διευκολυνθεί μέσω φυσιολογικών μηχανισμών ή θεραπευτικών προσαρμογών η συνειδητή προσπάθεια μπορεί να αυξήσει ή να ενισχύσει το παθολογικό πρότυπο. Η εκούσια προσπάθεια προκειμένου να εκλυθεί μία απάντηση θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί στα πλαίσια της θεραπείας αφού ο θεραπευτής σιγουρευτεί – όσο το δυνατόν – ότι η απάντηση θα είναι φυσιολογική στην ποιότητά της. Τότε η επανατροφοδότηση από την κινητική δράση θα ευοδώσει και άλλο τη σωστή απάντηση και αποδυναμώσει το παθολογικό πρότυπο. Στην περίπτωση των αυτόνομων απαντήσεων η ενεργοποίηση θα πρέπει να γίνεται χωρίς η εκούσια προσπάθεια να εμποδίζει τις κινήσεις. Κατά τη Rood σπάνια η ενσυνείδητη ενεργοποίηση ενός προτύπου που δεν έχει διευκολυνθεί από θεραπευτικές προσαρμογές είναι αποτελεσματικός τρόπος για να επιτευχθεί ο θεραπευτικός στόχος.
Κατά τη Rood οι θεραπευτικές διαδικασίες για να επιτευχθεί συνεργική κίνηση εμπεριέχουν τη χρησιμοποίηση του ερεθίσματος για να διευκολύνουν, αναχαιτίσουν ή να ενεργοποιήσουν απαντήσεις. Οι συγκεκριμένες απαντήσεις που σχετίζονται με την εφαρμογή του ερεθίσματος εκλύονται στην σειρά που ορίζεται από την σωματική και ζωτική λειτουργικές ακολουθίες. Η σειρά που εμφανίζονται οι απαντήσεις είναι κρίσιμη γιατί η σωστή κινητική δράση θα επιφέρει επανατροφοδότηση η οποία όχι μόνο θα ευοδώσει τη σωστή απάντηση, αλλά θα διαμορφώσει και αισθητικά εγγράμματα για το επιτυχημένο πρότυπο στην λειτουργική ακολουθία.
Αν μία προσδοκώμενη απάντηση δεν διευκολυνθεί μέσω φυσιολογικών μηχανισμών ή θεραπευτικών προσαρμογών η συνειδητή προσπάθεια μπορεί να αυξήσει ή να ενισχύσει το παθολογικό πρότυπο. Η εκούσια προσπάθεια προκειμένου να εκλυθεί μία απάντηση θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί στα πλαίσια της θεραπείας αφού ο θεραπευτής σιγουρευτεί – όσο το δυνατόν – ότι η απάντηση θα είναι φυσιολογική στην ποιότητά της. Τότε η επανατροφοδότηση από την κινητική δράση θα ευοδώσει και άλλο τη σωστή απάντηση και αποδυναμώσει το παθολογικό πρότυπο. Στην περίπτωση των αυτόνομων απαντήσεων η ενεργοποίηση θα πρέπει να γίνεται χωρίς η εκούσια προσπάθεια να εμποδίζει τις κινήσεις. Κατά τη Rood σπάνια η ενσυνείδητη ενεργοποίηση ενός προτύπου που δεν έχει διευκολυνθεί από θεραπευτικές προσαρμογές είναι αποτελεσματικός τρόπος για να επιτευχθεί ο θεραπευτικός στόχος.
Κατά τη Rood οι θεραπευτικές διαδικασίες για να επιτευχθεί συνεργική κίνηση εμπεριέχουν τη χρησιμοποίηση του ερεθίσματος για να διευκολύνουν, αναχαιτίσουν ή να ενεργοποιήσουν απαντήσεις. Οι συγκεκριμένες απαντήσεις που σχετίζονται με την εφαρμογή του ερεθίσματος εκλύονται στην σειρά που ορίζεται από την σωματική και ζωτική λειτουργικές ακολουθίες. Η σειρά που εμφανίζονται οι απαντήσεις είναι κρίσιμη γιατί η σωστή κινητική δράση θα επιφέρει επανατροφοδότηση η οποία όχι μόνο θα ευοδώσει τη σωστή απάντηση, αλλά θα διαμορφώσει και αισθητικά εγγράμματα για το επιτυχημένο πρότυπο στην λειτουργική ακολουθία.
Ο τελικός σκοπός όλων των θεραπευτικών ερεθισμάτων είναι να επιδράσουν στους α και γ κινητικούς νευρώνες που ενέχονται στη συγκεκριμένη απάντηση του προτύπου.
Εδώ όμως έρχεται η ερώτηση: Πώς θα επιλεγεί ένα θεραπευτικό ερέθισμα όταν δεν είναι δυνατόν να προβλεφθεί η ακριβής απάντηση σε ένα τυχαίο ασθενή;
Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης μαζί με την απάντηση του ασθενή απέναντι στη θεραπεία είναι απαραίτητες πηγές που καθοδηγούν στη χρήση των διαδικασιών.
Η Rood κάνει λοιπόν την εξής υπόθεση – πρόταση για να ερμηνεύσει την προσέγγισή της:
Τα αποτελέσματα της αξιολόγησης μαζί με την απάντηση του ασθενή απέναντι στη θεραπεία είναι απαραίτητες πηγές που καθοδηγούν στη χρήση των διαδικασιών.
Η Rood κάνει λοιπόν την εξής υπόθεση – πρόταση για να ερμηνεύσει την προσέγγισή της:
- Οι μύες που έχουν χαρακτηριστεί σαν κινητοποιοί – πολυαρθρικοί, καμπτήρες και προσαγωγοί – επιφέρουν μεταβολές στη θέση, στην κίνηση, στο χώρο, στο εύρος και την ταχύτητα της κίνησης. Όλες αυτές οι λειτουργίες χαρακτηρίζονται από μεταβαλλόμενη ή δυναμική δραστηριότητα σε αντίθεση με την στατική εδραιωμένη απάντηση.
Οι υποδοχείς που θα διευκολύνουν τους κινητοποιούς επηρεάζονται από γρήγορα μεταβαλλόμενα ερεθίσματα και έχουν είτε άμεση επίδραση στους φασικούς α κινητικούς νευρώνες ή απενεργοποιούν τα φλοιώδη κέντρα μέσω γρήγορων καθοδηγητικών ώσεων.
- Οι μύες που έχουν χαρακτηριστεί σαν σταθεροποιοί – απαγωγοί, εκτείνοντες–συνεισφέρουν στη διατήρηση της στάσης, διατηρούν την επαφή, διαμορφώνουν στατικές απαντήσεις για τη ρύθμιση της κινητικότητας. Όλες αυτές οι λειτουργίες χαρακτηρίζονται από στασική συνεχή δραστηριότητα.
Οι υποδοχείς που διευκολύνουν τους σταθεροποιούς επηρεάζονται από συνεχή αδιάκοπα ερεθίσματα και έχουν ένα άμεσο αποτέλεσμα στους τονικούς α κινητικούς νευρώνες μέσω πολυσυναπτικών οδών.
Η Rood χρησιμοποιεί τη γρήγορη επιμήκυνση μέσα στο εύρος για να διευκολύνει τα κινητικά μέρη ενός μυός και να αναχαιτίσει τον ανταγωνιστή του μέσω ερεθισμού των πρωτογενών προσαγωγών απολήξεων που βρίσκονται σε μεγάλους αριθμούς στους μύες αυτούς. Αυτές οι απολήξεις έχουν χαμηλότερη ουδό ενεργοποίησης στην επιμήκυνση από τις δευτερεύουσες απολήξεις.
Η επιμήκυνση ή η εφαρμογή αντίστασης στους σταθεροποιούς θα ενεργοποιήσει και τις πρωτεύουσες και τις δευτερεύουσες απολήξεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εξασθενεί η ευόδωση των εκτεινόντων, να διευκολυνθούν οι καμπτήρες και να αρχίσει η συσύσπαση. Διαπιστώνεται δηλαδή ότι οι δευτερεύουσες απολήξεις των σταθεροποιών είναι μεγάλος παράγοντας για την έναρξη της συσύσπασης.
Το γρήγορο βούρτσισμα του δέρματος επιτρέπει την ανάπτυξη «κεντρικής» διευκόλυνσης από μία μη εντοπισμένη αισθητηριακή διέγερση. Αυτό συμβαίνει γιατί οι μύες και το δέρμα είναι σε λειτουργική σχέση μέσω της επίδρασης που οι δερματικοί υποδοχείς έχουν πάνω στους κινητικούς νευρώνες των μυών κάτω από το πεδίο ερεθισμού.
Η εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων μεταξύ 12οC και 17οC για 3΄΄ έως 5΄΄ θα επηρεάσει τις «C» ίνες. Ο πάγος εφαρμόζεται στη λειτουργική δερματική επιφάνεια των σταθεροποιών των άκρων. Ο πάγος που θα εφαρμοστεί στον κορμό θα έχει σπλαχνικά αποτελέσματα και γενικά αποφεύγεται ιδίως στην οπίσθια επιφάνεια του κορμού. Ο χρόνος 3΄΄ με 5΄΄ συνεχούς εφαρμογής πάγου έχει ευοδωτικά αποτελέσματα στους κινητικούς νευρώνες των σταθεροποιών μυών μέσω των ίδιων ουδών όπως και το γρήγορο βούρτσισμα.
Μετά τα εξωδεκτικά ερεθίσματα που στην ουσία προετοιμάζουν τον ασθενή για στασικές λειτουργίες, ο ασθενής τοποθετείται σε τέτοιες θέσεις που θα μπορέσει να εμφανίσει σταθεροποιητική σύσπαση. Σε αυτή τη θέση αρκετά ερεθίσματα στρατολογούνται για να εφαρμοστούν και να διευκολύνουν τμήματα των προτύπων. Για παράδειγμα έντονη πίεση ή επιμήκυνση μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να εκλυθεί η αρχική απάντηση, η οποία αμέσως θα αντιμετωπίσει αντίσταση ώστε να εδραιωθεί η σύσπαση. Η Rood συχνά χρησιμοποιεί σε αυτή τη φάση αντίσταση που αυξομειώνεται για να διευκολύνει ένα σταθεροποιό μόλις εμφανιστεί η αμοιβαία σύσπαση όπως στην περίπτωση του (Pivot prone Pattern). Από τη στιγμή που θα εμφανιστούν απαντήσεις σε αυτό το πρότυπο ο ασθενής προχωρά σε πρότυπα μεταφοράς βάρους.
Ένας μηχανισμός που χρησιμοποιεί η Rood είναι το αντανακλαστικό του καρωτιδικού βοθρίου – Carotid sinus reflex). Η τετραποδική θέση αυξάνει την πίεση στο καρωτιδικό βόθριο και σύμφωνα με τον Ludsley η διάταση του καρωτιδικού βόθριου μπορεί να αναστείλει την επενέργεια του στελέχους στο φλοιό. Το κλινικό αποτέλεσμα που αποκτάται είναι η μείωση της γενικής τάσης χωρίς αναχαίτιση όμως των στασικών λειτουργιών.
Σε περίπτωση που ο στόχος είναι αύξηση των κινητικών δράσεων, τότε τα ερεθίσματα διαφέρουν σε χαρακτηριστικά και στο πού εφαρμόζονται. Το γρήγορο χτύπημα, η γρήγορη εφαρμογή πάγου στη ραχιαία επιφάνεια των φαλαγγών των δακτύλων – χεριών και ποδιών – χρησιμοποιούνται για να εκλυθεί αμοιβαία δραστηριοποίηση των επιπολής κινητικών μυών. Η αντίσταση χρησιμοποιείται και εδώ για να παρατείνει και να αυξήσει τη δύναμη των απαντήσεων των αγωνιστών. Η επιμήκυνση μαζί με την αντίσταση στους σταθεροποιούς μύες έχουν ευοδωτικά αποτελέσματα στον ανταγωνιστή και ανασταλτικά στον αγωνιστή.
Η Rood διατυπώνει τις εξής σκέψεις και εφαρμογές για την σπαστικότητα. Στην σπαστικότητα οι κινητοποιοί μύες συσπούνται με τέτοιο τρόπο που απαγορεύουν την κίνηση και τα σταθεροποιητικά πρότυπα αναχαιτίζονται. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει πρώτα να διευκολύνουμε και να ενεργοποιούμε τις λειτουργίες της σταθεροποίησης, οι οποίες θα αναχαιτίσουν την επιπολής σύσπαση. Επαναλαμβανόμενες ελεύθερες συσπάσεις χωρίς επιμήκυνση θα αναχαιτίσουν τον μυ που συσπάται και θα διευκολύνουν τον ανταγωνιστή μέσω της δράσης του τενόντιου οργάνου του Golgi.
Η δυαδικότητα που υπάρχει στις αισθητικοκινητικές λειτουργίες μπορεί να παρουσιάζει στην ανάλυση των θεραπευτικών διαδικασιών για διευκόλυνση, αναχαίτιση, ενεργοποίηση. Ο θεραπευτικός αισθητηριακός ερεθισμός είναι διγενής. Για κάθε τύπο ερεθίσματος – απτικό, θερμικό, επιμήκυνσης κτλ. – οι υποδοχείς έχουν συγκεκριμένα πεδία ενεργοποίησης. Αυτό οδηγεί στην διάκριση του εφαρμοσμένου ερεθίσματος. Κάθε χειρισμός έχει δύο τεχνικές ερεθισμού: μία για υψηλές και μία για χαμηλές ουδούς ενεργοποίησης των υποδοχέων.
Γενικά οι υποδοχείς με χαμηλή ουδό ενεργοποίησης σχετίζονται με αμοιβαίες κινητικές λειτουργίες και προάγουν ταχύτητα και εύρος στα πρώιμα αναπτυξιολογικά πρότυπα και περιφερική επιδέξια κίνηση στα πιο προχωρημένα πρότυπα. Όπως τα αμοιβαία κινητικά πρότυπα είναι συνεχώς μεταβαλλόμενα και γρήγορα, έτσι και τα ερεθίσματα που ευοδώνουν ή αναχαιτίζουν αυτά τα πρότυπα χαρακτηρίζονται από αμεσότητα, εναλλαγή, ταχύτητα.
Παραδείγματα ερεθισμάτων που χρησιμοποιούνται για να διευκολύνουν την κινητικότητα είναι «γρήγορα» απτικά και ψυχρά ερεθίσματα, επιτάχυνση και επιβράδυνση κατά τη διάρκεια της κίνησης του κεφαλιού, tapping τένοντα, γρήγορη επιμήκυνση και εναλλασσόμενη αντίσταση στην κίνηση.
Οι λειτουργίες των υποδοχέων με υψηλή ουδό ενεργοποίησης συνήθως σχετίζονται με συσυσπώμενες σταθεροποιητικές απαντήσεις, των οποίων η φύση είναι συνεχής και στατική.
Παραδείγματα ερεθισμάτων που χρησιμοποιεί η Rood για να ευοδώσει τη σταθερότητα είναι: γρήγορο βούρτσισμα, η συνεχής επαφή, συνεχής εφαρμογή πάγου για 3΄΄ έως 5’’, μεγάλη αντίσταση για να διατηρήσει σύσπαση σε μειωμένο εύρος, συνεχή επιμήκυνση ενός σταθεροποιού σε μία άρθρωση, συνεχής πίεση στη γαστέρα, στατική τοποθέτηση του κεφαλιού και μεταφορά βάρους στο ένα άκρο.
Η Rood χρησιμοποιεί τη γρήγορη επιμήκυνση μέσα στο εύρος για να διευκολύνει τα κινητικά μέρη ενός μυός και να αναχαιτίσει τον ανταγωνιστή του μέσω ερεθισμού των πρωτογενών προσαγωγών απολήξεων που βρίσκονται σε μεγάλους αριθμούς στους μύες αυτούς. Αυτές οι απολήξεις έχουν χαμηλότερη ουδό ενεργοποίησης στην επιμήκυνση από τις δευτερεύουσες απολήξεις.
Η επιμήκυνση ή η εφαρμογή αντίστασης στους σταθεροποιούς θα ενεργοποιήσει και τις πρωτεύουσες και τις δευτερεύουσες απολήξεις. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να εξασθενεί η ευόδωση των εκτεινόντων, να διευκολυνθούν οι καμπτήρες και να αρχίσει η συσύσπαση. Διαπιστώνεται δηλαδή ότι οι δευτερεύουσες απολήξεις των σταθεροποιών είναι μεγάλος παράγοντας για την έναρξη της συσύσπασης.
Το γρήγορο βούρτσισμα του δέρματος επιτρέπει την ανάπτυξη «κεντρικής» διευκόλυνσης από μία μη εντοπισμένη αισθητηριακή διέγερση. Αυτό συμβαίνει γιατί οι μύες και το δέρμα είναι σε λειτουργική σχέση μέσω της επίδρασης που οι δερματικοί υποδοχείς έχουν πάνω στους κινητικούς νευρώνες των μυών κάτω από το πεδίο ερεθισμού.
Η εφαρμογή ψυχρών επιθεμάτων μεταξύ 12οC και 17οC για 3΄΄ έως 5΄΄ θα επηρεάσει τις «C» ίνες. Ο πάγος εφαρμόζεται στη λειτουργική δερματική επιφάνεια των σταθεροποιών των άκρων. Ο πάγος που θα εφαρμοστεί στον κορμό θα έχει σπλαχνικά αποτελέσματα και γενικά αποφεύγεται ιδίως στην οπίσθια επιφάνεια του κορμού. Ο χρόνος 3΄΄ με 5΄΄ συνεχούς εφαρμογής πάγου έχει ευοδωτικά αποτελέσματα στους κινητικούς νευρώνες των σταθεροποιών μυών μέσω των ίδιων ουδών όπως και το γρήγορο βούρτσισμα.
Μετά τα εξωδεκτικά ερεθίσματα που στην ουσία προετοιμάζουν τον ασθενή για στασικές λειτουργίες, ο ασθενής τοποθετείται σε τέτοιες θέσεις που θα μπορέσει να εμφανίσει σταθεροποιητική σύσπαση. Σε αυτή τη θέση αρκετά ερεθίσματα στρατολογούνται για να εφαρμοστούν και να διευκολύνουν τμήματα των προτύπων. Για παράδειγμα έντονη πίεση ή επιμήκυνση μπορεί να χρησιμοποιηθούν για να εκλυθεί η αρχική απάντηση, η οποία αμέσως θα αντιμετωπίσει αντίσταση ώστε να εδραιωθεί η σύσπαση. Η Rood συχνά χρησιμοποιεί σε αυτή τη φάση αντίσταση που αυξομειώνεται για να διευκολύνει ένα σταθεροποιό μόλις εμφανιστεί η αμοιβαία σύσπαση όπως στην περίπτωση του (Pivot prone Pattern). Από τη στιγμή που θα εμφανιστούν απαντήσεις σε αυτό το πρότυπο ο ασθενής προχωρά σε πρότυπα μεταφοράς βάρους.
Ένας μηχανισμός που χρησιμοποιεί η Rood είναι το αντανακλαστικό του καρωτιδικού βοθρίου – Carotid sinus reflex). Η τετραποδική θέση αυξάνει την πίεση στο καρωτιδικό βόθριο και σύμφωνα με τον Ludsley η διάταση του καρωτιδικού βόθριου μπορεί να αναστείλει την επενέργεια του στελέχους στο φλοιό. Το κλινικό αποτέλεσμα που αποκτάται είναι η μείωση της γενικής τάσης χωρίς αναχαίτιση όμως των στασικών λειτουργιών.
Σε περίπτωση που ο στόχος είναι αύξηση των κινητικών δράσεων, τότε τα ερεθίσματα διαφέρουν σε χαρακτηριστικά και στο πού εφαρμόζονται. Το γρήγορο χτύπημα, η γρήγορη εφαρμογή πάγου στη ραχιαία επιφάνεια των φαλαγγών των δακτύλων – χεριών και ποδιών – χρησιμοποιούνται για να εκλυθεί αμοιβαία δραστηριοποίηση των επιπολής κινητικών μυών. Η αντίσταση χρησιμοποιείται και εδώ για να παρατείνει και να αυξήσει τη δύναμη των απαντήσεων των αγωνιστών. Η επιμήκυνση μαζί με την αντίσταση στους σταθεροποιούς μύες έχουν ευοδωτικά αποτελέσματα στον ανταγωνιστή και ανασταλτικά στον αγωνιστή.
Η Rood διατυπώνει τις εξής σκέψεις και εφαρμογές για την σπαστικότητα. Στην σπαστικότητα οι κινητοποιοί μύες συσπούνται με τέτοιο τρόπο που απαγορεύουν την κίνηση και τα σταθεροποιητικά πρότυπα αναχαιτίζονται. Σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει πρώτα να διευκολύνουμε και να ενεργοποιούμε τις λειτουργίες της σταθεροποίησης, οι οποίες θα αναχαιτίσουν την επιπολής σύσπαση. Επαναλαμβανόμενες ελεύθερες συσπάσεις χωρίς επιμήκυνση θα αναχαιτίσουν τον μυ που συσπάται και θα διευκολύνουν τον ανταγωνιστή μέσω της δράσης του τενόντιου οργάνου του Golgi.
Η δυαδικότητα που υπάρχει στις αισθητικοκινητικές λειτουργίες μπορεί να παρουσιάζει στην ανάλυση των θεραπευτικών διαδικασιών για διευκόλυνση, αναχαίτιση, ενεργοποίηση. Ο θεραπευτικός αισθητηριακός ερεθισμός είναι διγενής. Για κάθε τύπο ερεθίσματος – απτικό, θερμικό, επιμήκυνσης κτλ. – οι υποδοχείς έχουν συγκεκριμένα πεδία ενεργοποίησης. Αυτό οδηγεί στην διάκριση του εφαρμοσμένου ερεθίσματος. Κάθε χειρισμός έχει δύο τεχνικές ερεθισμού: μία για υψηλές και μία για χαμηλές ουδούς ενεργοποίησης των υποδοχέων.
Γενικά οι υποδοχείς με χαμηλή ουδό ενεργοποίησης σχετίζονται με αμοιβαίες κινητικές λειτουργίες και προάγουν ταχύτητα και εύρος στα πρώιμα αναπτυξιολογικά πρότυπα και περιφερική επιδέξια κίνηση στα πιο προχωρημένα πρότυπα. Όπως τα αμοιβαία κινητικά πρότυπα είναι συνεχώς μεταβαλλόμενα και γρήγορα, έτσι και τα ερεθίσματα που ευοδώνουν ή αναχαιτίζουν αυτά τα πρότυπα χαρακτηρίζονται από αμεσότητα, εναλλαγή, ταχύτητα.
Παραδείγματα ερεθισμάτων που χρησιμοποιούνται για να διευκολύνουν την κινητικότητα είναι «γρήγορα» απτικά και ψυχρά ερεθίσματα, επιτάχυνση και επιβράδυνση κατά τη διάρκεια της κίνησης του κεφαλιού, tapping τένοντα, γρήγορη επιμήκυνση και εναλλασσόμενη αντίσταση στην κίνηση.
Οι λειτουργίες των υποδοχέων με υψηλή ουδό ενεργοποίησης συνήθως σχετίζονται με συσυσπώμενες σταθεροποιητικές απαντήσεις, των οποίων η φύση είναι συνεχής και στατική.
Παραδείγματα ερεθισμάτων που χρησιμοποιεί η Rood για να ευοδώσει τη σταθερότητα είναι: γρήγορο βούρτσισμα, η συνεχής επαφή, συνεχής εφαρμογή πάγου για 3΄΄ έως 5’’, μεγάλη αντίσταση για να διατηρήσει σύσπαση σε μειωμένο εύρος, συνεχή επιμήκυνση ενός σταθεροποιού σε μία άρθρωση, συνεχής πίεση στη γαστέρα, στατική τοποθέτηση του κεφαλιού και μεταφορά βάρους στο ένα άκρο.
Σχόλια
Δημοσίευση σχολίου